Όλγα Δεβετζάκη - Ενδοκρινολόγος
Αναστασίου Ζίννη, 9, Αθήνα, Αττική, 11741
Phone: 210-9239440 URL of Map

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Οξυτοκίνη

Οι νευρώνες των θηλαστικών που παράγουν οξυτοκίνη και βαζοπρεσίνη προκύπτουν από ένα κύτταρο με αισθητική και νευροεκκριτική ικανότητα που συνδέει την αναπαραγωγική λειτουργία με την ενεργειακή ισορροπία και την διατροφική συμπεριφορά. Ο οξυτοκίνη είναι αυτοκρινής/παρακρινής ρυθμιστής της λειτουργίας του κυττάρου , συστηματική ορμόνη, νευροδιαμορφωτής που απελευθερώνεται μέσα στον εγκέφαλο και δρα σε απομακρυσμένους υποδοχείς. Εμπλέκεται με την ισορροπία των ηλεκτρολυτών, την γαστρική κινητικότητα, την ομοιόσταση της γλυκόζης, τη λιπογέννεση, την οστεογέννεση και στον εγκέφαλο με την ανάγκη για τροφή, την επιλογή τροφής και τον κορεσμό. Καταστέλλει την πρόσληψη υδατανθράκων, βελτιώνει την ανοχή στη γλυκόζη και υποστηρίζει την αναμόρφωση του οστού
Οι κλασικοί ρόλοι της οξυτοκίνης είναι ο θηλασμός και η συσταλτικότητα της μήτρας, όμως δρα και στον εγκέφαλο και είναι υπέυθυνη για κοινωνική συμπεριφορά, αναπαραγωγή, σεξουαλική συμπεριφορά και ρύθμιση της πρόσληψης τροφής. Το κύριο σημείο δράσης της στον εγκέφαλο είναι ο κεντρικός πυρήνας που είναι βασικός στην ομοιόσταση της γλυκόζης, ενώ περιφερικά δρα στο πάγκρεας
Παράγεται από υποθαλαμικούς νευρώνες, καταλήγει στην νευρουπόφυση και εκκρίνεται στη συστηματική κυκλοφορία. H δεύτερη ορμόνη της νευρουπόφυσης είναι η βαζοπρεσίνη, πολύ στενά συνδεδεμένη με την οξυτοκίνη
Σε πειραματόζωα ενέσεις οξυτοκίνης αναστέλλουν την όρεξη. Υψηλή πυκνότητα υποδοχέων της υπάρχει στον πνεύμονα, στον νωτιαίο μυελό (θερμογέννεση, επεξεργασία του πόνου, στυτική λειτουργία). Οι πεπτικές λειτουργίες στομάχου και οισοφάγου συντονίζονται με τους πυρήνες του υποθαλάμου και με τη σειρά τους τα σήματα φτάνουν πίσω στον υποθάλαμο και ελέγχουν την συμπεριφορά της διατροφής και τον τερματισμό του γεύματος
Στον άνθρωπο η έκκριση οξυτοκίνης διαγείρεται από άσκηση υψηλής έντασης (αλλαγή στην ισορροπία των υγρών) ενώ δεν διαγείρεται από τη διάταση του στομάχου, μετά το φαγητό (υποδοχείς της βρίσκονται σε όλη την γαστρεντερική οδό). Υποδοχείς της επίσης βρίσκονται στον λιπώδη ιστό και μέσω αυτών προκαλεί λιπόλυση. Τα λιποκύτταρα και οι οστεοβλάστες προκύπτουν από τα ίδια προγονικά κύτταρα. Οι οστεοβλάστες παράγουν οξυτοκίνη και η ορμόνη δρα σαν ρυθμιστής του σχηματισμού οστού (μέσω οιστρογόνων) και αναστέλλει την απορρόφηση από τους ώριμους οστεοκλάστες. Τα πειραματόζωα που δεν διαθέτουν οξυτοκίνη ή τον υποδοχέα της αναπτύσουν οστεοπόρωση
Στον άνθρωπο ενδοφλέβια έγχυση οξυτοκίνης σε δόσεις φυσιολογικές δεν επηρεάζουν την πρόσληψη τροφής ή την γαστρική κένωση. Έχουν όμως πρόσφατα γίνει μελέτες σε άνδρες με οξυτοκίνη ενδορινικά. Όταν οι δόσεις υπερβούν τα φυσιολογικά επίπεδα φαίνεται ότι μειώνουν σημαντικά την πρόσληψη τροφής και κυρίως την κατανάλωση γλυκών. Φαίνεται επίσης ότι βελτιώνεται η ανοχή στην γλυκόζη με απ' ευθείας δράση στο β-κύτταρο
Οι ποικίλλες δυνατότητες της οξυτοκίνης μένει να διερευνηθούν. Η κατανόηση των μηχανισμών είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κεφάλαιο αφού πρώτα διαχωριστούν οι φυσιολογικές από τις φαρμακολογικές δράσεις της

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου