Iερέας, σε χωριό της μακεδονίας, εξηγεί στους
αγράμματους χωρικούς το ευαγγέλιο.
Απλουστεύει και χρησιμοποιεί την τοπολαλιά τους
"Απ’ λέτε λοιπόν Χριστιανοί, την άλλ’ τη μέρα πουρνό-πουρνό, ξεκίνησαν τρεις αγναίκες με μρωδικά, να παν να πασαλείψουνε το σώμα του Χριστού.
Εκεί που πάεναν ασκέφτονταν. Άραγες, πώς θα κουτρουκλίσουν την τρανή την πέτρα; Σαν πάησαν όμως εκεί, ήβραν την τρανή την πέτρα κουτρουκλισμένη και απόρσαν κι’ έφτσαν τον κόρφο τς.
Φτου, φτου, φτου !!!
Τότενες, παρουσιάστηκ’ ένας άσπρος άνθρωπος.
Φτος ήταν άγγελος και τσ’ είπε.
Έ αγναίκες! Ποιόν γυρεύτε; Ιησούν τον Ναζωρνόν;
Δεν είν’ τούτος δω.
Σκώθκε κι’ έφκε."
Απλουστεύει και χρησιμοποιεί την τοπολαλιά τους
"Απ’ λέτε λοιπόν Χριστιανοί, την άλλ’ τη μέρα πουρνό-πουρνό, ξεκίνησαν τρεις αγναίκες με μρωδικά, να παν να πασαλείψουνε το σώμα του Χριστού.
Εκεί που πάεναν ασκέφτονταν. Άραγες, πώς θα κουτρουκλίσουν την τρανή την πέτρα; Σαν πάησαν όμως εκεί, ήβραν την τρανή την πέτρα κουτρουκλισμένη και απόρσαν κι’ έφτσαν τον κόρφο τς.
Φτου, φτου, φτου !!!
Τότενες, παρουσιάστηκ’ ένας άσπρος άνθρωπος.
Φτος ήταν άγγελος και τσ’ είπε.
Έ αγναίκες! Ποιόν γυρεύτε; Ιησούν τον Ναζωρνόν;
Δεν είν’ τούτος δω.
Σκώθκε κι’ έφκε."