Όλγα Δεβετζάκη - Ενδοκρινολόγος
Αναστασίου Ζίννη, 9, Αθήνα, Αττική, 11741
Phone: 210-9239440 URL of Map

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Γκιάκ

Ποιό; Τούτο δω στο χέρι; Όχι δεν είναι μαρτάκι. Μάρτης ακόμα; Αφού έχει περάσει το Πάσχα. Τούτο το'χω χρόνια πολλά.Μου το'χε πλέξει η μάνα μ' φυλαχτό. Είναι δεμένο με γητειές για το στοιχειά. Μην το γελάς. Τότες ο κόσμος έβλεπε πράγματα, γιατί είχε πίστη. Τώρα βλέπεις γινήκαμε όλοι διαόλοι. Σκιάξαμε και τα δαιμόνια
Έχω δει κι εγώ μιά φορά. Αλήθεια. Το πως γλύτωσα είναι θαύμα. Ερχόμουνα από την Αλογοπατησιά. Μ' είχε στείλει ο πατέρα μ' να πάω ν' αλλάξω θέση στο γαϊδούρι. Είχα κινήσει αργά και μέχρι να πάω να κάνω τη δουλειά μου έπιασε να σουρουπώνει. Λέω από μέσα μ', κάνε ογλήγορα Σταμάτη μη σε πιάσει η νύχτα. Σκέφτομαι που λες απ' τη δημοσιά να γυρίσω δεν θα προλάβω. Λέω να κόψω μέσα απ' το λόγγο, θα τον βρω το δρόμο
Κινάω που λες, και το κόβω σαπέρα και βγαίνω πίσω απ' το Αϊτολίμι. Δεν το 'χα υπολογίσει καλά όμως γιατί το Αϊτολίμι κοιτάει στη δύση και στον τόπο που περπάταγα γω είχε νύχτα. Που να ιδώ το μονοπάτι και που να βρω το δρόμο. Το κόβω σαπάν' για την κορφή μεσ' απ' τα βάτα. Δε με σήκωνε να καθυστερήσω άλλο. Μιά και δυό είμαι στα μισά να βγω απάν' κι ακούω πίσω μ' κάτι σα φασαρία
Κάνω μιά έτσι να ιδώ. Τίποτα. Μπα λέω θα κλώτσησα καμιά πέτρα. Κάνω δυό βήματα. Πάλιε το ίδιο. Πιάνω τη γκλίτσα. Στέκομαι. Τίτιιιι, φωνάζω. Τίποτα. Λέω από μέσα μ' μες στο κεφάλι σ' είναι Σταμάτη, άιντε κουνήσ' και μη χασομεράς. Και κει που κάνω να γυρίσω, ακούω: Ταραραρούρα, ταραραρούρα. Πάγωσε το αίμα μ'. Μου λυθήκανε τα γόνατα. Και ξανά φασαρία. Σαν από βήματα που σούρνονταν στις κροκάλες. Και ζυγώνανε.
Σκιάχτηκα τόσο που κοκκάλωσα. Μήτε μπρος μπόραγα να πάω μήτε να γυρίσω να ιδώ τι είναι. ΄Ηξερα μόνο πως δεν είναι άνθρωπος γιατί κόσμος τότες δεν περπάταε τη νύχτα. Αρχινάω πάλι να περπατάω πιό γλήγορα. Ήτανε νύχτα και δεν έβλεπα και ντιπ. Όι μανούλα μ'. Χτύπαε η καρδιά μ' σαν το ταμπούρλο. Με τα πολλά βγαίνω στη ράχη. Κι εκεί το ξανακούω δίπλα μ'. Ταραραρούρα. Τρέξε, τρέξε γίδι. Σα θέλω γω νομίζεις δε σε φτάνω; Κι όπως κάνω και γυρνάω τονε βλέπω μπρος μου. Μαύρος, και στη φάτσα σα σκυλί, με κάτι κέρατα γελαδινά
Δε μιλάς γίδι; μου λέει. Περνάς απ' τον τόπο το δικό μ' κι ούτε λες κουβέντα; Με προσβλήνεις. Μίλα γίδι θα σου φάω τη γλώσσα
Αγλιστράω κι αρχίζω να κουτρουβαλάω όλη την κατηφόρα προς το χωριό. Με κόβανε τα σκίνα κι οι πέτρες. Αυτός εκεί από κοντά κι όλο μου λεε πράματα. Ήθελε βλέπεις να με κάνει να του μιλήσω
Όταν μπήκα στο σπίτι, μιλιά . Τι να πω. Είχα σκιαχτεί τόσο που μου είχε κολλήσει η γλώσσα στο στόμα. Πήγα ίσα στα κονίσματα κι όλο το βράδυ έλεγα το πατερημόν
Τι; Ε, είναι δυνατόν ρε χαμένε να πέθανα και να σου μιλάω τώρα δα; Δεν ξέρω γιατί. Έχασα την πίστη μ' κείθε πέρα. Μπορεί γι' αυτό. Έκαμα κι είδα πράματα και κατάλαβα ότι οι χειρότεροι δαιμόνοι είναι οι άνθρωποι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου