Όλγα Δεβετζάκη - Ενδοκρινολόγος
Αναστασίου Ζίννη, 9, Αθήνα, Αττική, 11741
Phone: 210-9239440 URL of Map

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Βιταμίνη D

Χαμηλά επίπεδα 25-ΟΗ βιταμίνης D [25(OH)D] είναι συχνά στον γενικό πληθυσμό. Αυτό προκαλεί ανησυχία όχι μόνο λόγω της επίπτωσης στο μυοσκελετικό, αλλά και επειδή υπάρχουν υποδοχείς της βιταμίνης  (VDR) και ένζυμα που την μεταβολίζουν στην καρδιά και στα αγγεία που δείχνουν έναν ρόλο της βιταμίνης D στο καρδιαγγειακό. Διάφορες πειραματικές μελέτες υποδηλώνουν αντι-αθηρογόνο , αντι-φλεγμονώδη και άμεσα καρδιοπροστατευτική δράση καθώς και καταστολή της  ΡΤΗ 
Μεταβολισμός βιταμίνης D
Η βιταμίνη  D συντίθεται στο δέρμα με την έκθεση στο φως του ήλιου και συγκεκριμένα με την UV - B ακτινοβολία (80% της βιτ. που λαμβάνεται). Η παραγωγή της είναι μεγαλύτερη σε άτομα με χαμηλά επίπεδα μελανίνης. Μικρό ποσοστό βιτ.D προσλαμβάνεται με τις τροφές (πχ λιπαρά ψάρια, αυγά) ή τροφές εμπλουτισμένες (πχ γάλα, χυμός). Υπάρχουν 2 βασικές μορφές: η D3 (χοληκαλσιφερόλη)- η κύρια μορφή, από τη σύνθεση στο δέρμα και από ζωικές πηγές και η
D2 (εργοκαλσιφερόλη) από ζυμομύκητες. Η πρόδρομη μορφή δεν έχει σημαντική βιολογική δραστικότητα. Απαιτούνται δύο υδροξυλιώσεις. Αρχικά η βιτ.D από οποιαδήποτε πηγή μετατρέπεται σε  25(OH)D στο ήπαρ. Μετά το ένζυμο 1α-υδροξυλάση την μετατρέπει στους νεφρούς σε 1,25(OH)2D και η δράση του ενζύμου ρυθμίζεται από παράγοντες σχετικούς με τον μεταβολισμό του ασβεστίου και φωσφόρου. Πολλοί εξωνεφρικοί ιστοί εκφράζουν δράση 1α- υδροξυλάσης και η τοπική παραγωγή βιτ.D εξαρτάται απο κυτοκίνες και αυξητικούς παράγοντες. Περαιτέρω υδροξυλίωση οδηγεί σε αποδόμηση. Η υπόθεση που είναι ευρέως αποδεκτή είναι ότι τα επίπεδα της 25(OH)D είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας της 1,25(OH)2D στους ιστούς. Μεταβολίτες της κυκλοφορούν δεσμευμένοι στην vitamin D-binding protein (DBP)-μεταφέρει και βοηθάει στην πρόσληψη της βιτ.D από τα κύτταρα στόχους. Υποδοχείς της (VDR) αναγνωρίστηκαν σχεδόν σε όλα τα ανθρώπινα κύτταρα.
Ιστορία:Ονομάζεται D γιατί είναι η τέταρτη βιταμίνη που ανακαλύφθηκε από τον McCollum το 1922, ως η ουσία που θεράπευσε την ραχίτιδα. Το 1930 ανακαλύφθηκαν οι μορφές D2 και D3 και τη δεκαετία του 70 οι 25(OH)D και 1,25(OH)2D. Το 1981 ο Robert Scragg υπέθεσε ότι τα αυξημένα καρδιαγγειακά νοσήματα στη διάρκεια του χειμώνα μπορεί να οφείλονται σε χαμηλή UV-B ακτινοβολία και χαμηλά επίπεδα βιτ.D. Το 1983 ανακαλύφθηκε ο υποδοχέας της
Ορίστηκε ως ανεπάρκεια το επίπεδο της 25(OH)D κάτω από το οποίο αρχίζει να αυξάνει η έκκριση PTH. Μια προτεινόμενη ταξινόμηση είναι : επαρκής 75 nm, ήπια ανεπάρκεια 50–74 nm, ανεπάρκεια <50 nm. Επίπεδα >250 nm θεωρούνται ασφαλή, ενώ > >375–500 nm θεωρούνται τοξικά
Παράγοντες κινδύνου για χαμηλά επίπεδα είναι η ηλικία, το γυναικείο φύλο, η χειμερινή περίοδος, το σκούρο δέρμα, χαμηλή έκθεση στον ήλιο και χαμηλή πρόσληψη από τις τροφές
Τα επίπεδα PTH συνδέονται αντίστροφα με τα επίπεδα 25(OH)D. Άνω φυσιολογικά επίπεδα PTH αυξάνουν την αρτηριακή πίεση, προκαλούν καρδιακή υπερτροφία και έχουν προ-αρρυθμική δράση. Η χορήγηση βιτ.D έχει φανεί ότι μειώνει την αρ. πίεση κατά 2–6 mmHg μέσω καταστολής της PTH, αλλά και μέσω νεφρο/αγγειο προστατευτικής δράσης. Χαμηλά επίπεδα βιτ.D είναι παράγοντας κινδύνου για μείωση νεφρικής λειτουργίας-φαίνεται ότι αυξάνει την επαναρρόφηση πρωτεινών. Η βιτ.D και οι μεταβολίτες της αυξάνουν την έκκριση  και βελτιώνουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη. Επηρεάζει την ανοσολογική απάντηση αυξάνοντας τα Τ-κύτταρα που προστατεύουν απο αυτοανοσία
Έχει αντιφλεγμονώδη δράση μέσω μείωσης του TNF-α και αύξησης της ιντερλευκίνης-10
Καρδιά και αγγεία είναι ιστοί στόχοι για την βιτ.D και έκφράζουν και υποδοχείς VDR και δράση 1-α υδροξυλάσης. Φαίνεται ότι προστατεύει από την αθηρωμάτωση και την δυσλειτουργία του ενδοθηλίου-αναστέλλει την πρόσληψη της χοληστερόλης από τα μακροφάγα και μειώνει τον πολλαπλασιασμό και μετανάστευση των αγγειακών λείων μυικών κυττάρων
Μελέτες δείχνουν χαμηλά επίπεδα 25(OH)D σε ασθενείς με καρδιο/αγγεική νόσο. Φαίνεται σημαντική σχέση με θανατηφόρα εγκεφαλικά επεισόδια και αυξημένη πιθανότητα καρδιαγγειακού νοσήματος κυρίως σε επίπεδα <37,5 nm.
Θεραπεία
Ημερήσια πρόσληψη 1000 IU αυξάνει την συγκέντρωση 25(OH)D κατά περίπου 25 nm. Παχύσαρκοι ασθενείς απαιτούν μεγαλύτερη δόση΄Έλεγχος των επιπέδων της βιταμίνης θα πρέπει να γίνεται μετά 3 μήνες. Δεν έχουν παρατηρηθεί ανεπιθύμητες ενέργειες. Σε επίπεδα >375–500 nm υπάρχει κίνδυνος λιθίασης αγγείων-νεφρών, αφυδάτωσης και νεφρικής ανεπάρκειας
Η συνδυασμένη χορήγηση ασβεστίου με βιτ.D μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο νεφρολιθίασης
Η έκθεση στον ήλιο αυξάνει τα επίπεδα της 25(OH)D στον ορρό-μπορεί να είναι ισοδύναμη με υποκατάσταση 10 000–20 000 IU. Έκθεση στον ήλιο 15–30 min (χέρια και πόδια) μεταξύ 10 πμ και 3 μμ τρεις φορές την εβδομάδα είναι επαρκής
Συνιστώνται επίπεδα βιτ.D τουλάχιστον 50 nm. Συστήνεται πρόσληψη 600 IU σε ηλικία >70 ετών και 800 IU σε μεγαλύτερες ηλικίες. Αυτά ισχύουν για άτομα που δεν εκτίθενται στον ήλιο. Στον γενικό πληθυσμό η συνήθης ημερήσια πρόσληψη με τις τροφές είναι  200 IU
Συστήνεται μέτρηση της βιτ.D πριν την έναρξη της αγωγής. Επίσης συστήνεται μέτρηση και θεραπεία της ανεπάρκειας βιτ.D σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια σταδίου 3 (ρυθμός σπειραματικής διήθησης <60 ml/min). Συμπλήρωμα βιτ.D  απαιτείται τον πρώτο χρόνο της ζωής- συνήθως 400 IU/d καθώς και τουλάχιστον 800 IU/d σε ασθενείς με οστεοπόρωση

Συμπέρασμα
Η ανεπάρκεια βιτ.D είναι συνήθης. Το καρδιαγγειακό είναι ιστός στόχος. Φάνηκε ευεργετική επίδραση σε καρδιά-αγγεία. Κάποιες μελέτες έδειξαν ευεργετικές επιδράσεις σε ασθενείς με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Τα διαθέσιμα δεδομένα είναι ακόμα ανεπαρκή αλλά φαίνεται ότι μπορεί να μειώσει ελαφρά τη θνησιμότητα-όμως  δεν είναι αρκετά για να συστήσουμε υποκατάσταση με βιταμίνη για την πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου. Επί του παρόντος φαίνεται ότι επίπεδα 25 ( ΟΗ ) D 75-100 nm έχουν καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου