Και να που φτάσαμε εδώ χωρίς αποσκευές, μα μ' ένα τόσο ωραίο φεγγάρι. Κι εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο. Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα. Σαν σανίδα από θλιβερό ναυάγιο ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.
Αλλά τα βράδια, τι όμορφα που μυρίζει η Γη!
Βέβαια, αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας, αλλά τα πουλιά πετούσαν πιο πέρα. Σκληρός άκαρδος κόσμος που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα πάνω απ΄το δένδρο που βρέχεται. Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα για να πεθαίνουν κι αλλού, και την απληστία για να μένουν νεκροί για πάντα.
Αλλά καθώς βραδιάζει ένα φλάουτο κάπου ή ένα άστρο συνηγορεί για όλη την ανθρωπότητα. Καθώς μένω στο δωμάτιο μου μου' ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες. Φοράω το σακάκι του πατέρα κι έτσι είμαστε δυο κι αν κάποτε μ' άκουσαν να γαβγίζω ήταν για να δώσω έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο.
Κάποτε θ' αποδίδουμε δικαιοσύνη μ' ένα άστρο ή μ΄ένα γιασεμί σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει παίρνει το μέρος των φτωχών.
Δωσ' μου το χέρι σου...